Συζήτηση επί της αρχής των Αναθεωρητέων Διατάξεων του Συντάγματος, σύμφωνα με τα άρθρα 110 του Συντάγματος και 119 του Κανονισμού της Βουλής.

Συζήτηση επί της αρχής των Αναθεωρητέων Διατάξεων του Συντάγματος, σύμφωνα με τα άρθρα 110 του Συντάγματος και 119 του Κανονισμού της Βουλής.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΑΡΑΟΓΛΟΥ:

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πρώτιστο χρέος των πολιτικών είναι ο σεβασμός στους θεσμούς και στην εκπεφρασμένη άποψη των πολιτών.
Επίσης, οι πολίτες απαιτούν να μπορούν οι πολιτικοί μέσα από τις πράξεις και τις προτάσεις τους να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις των καιρών και να προετοιμάζουν το έδαφος για το μέλλον.
Κανείς δεν μπορεί να κλείνει τα μάτια στο μέλλον, στις απαιτήσεις της κοινωνίας ή να προτάσσει αυτών, το συμφέρον του. Αυτά τα στοιχεία πρέπει να διέπουν την πολιτική στάση, ειδικά μπροστά στην κορυφαία πολιτική διαδικασία, που συνάμα αποτελεί και το επιστέγασμα της μεταρρυθμιστικής πολιτικής της Κυβέρνησης, αυτή τη διαδικασία της Αναθεώρησης του Συντάγματος.
Πρόκειται για μία ανάγκη αδήριτη από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, ασχέτως του αν σήμερα για μικροπολιτικούς λόγους κάποιοι δεν είναι εντός της Αιθούσης, μια ανάγκη την οποία επιβάλλει η απαίτηση των καιρών και την οποία αναγνωρίζουν οι πολίτες. Πρόκειται για Αναθεώρηση η οποία θα έρθει να συμπληρώσει κενά, αλλά και να προσαρμόσει το Σύνταγμά μας σε νέα δεδομένα που προέκυψαν από την τελευταία Αναθεώρηση του 2001, την οποία, θυμίζω ότι η Νέα Δημοκρατία είχε υποστηρίξει, σεβόμενη τους θεσμούς, όπως κάνουν τα υπεύθυνα κόμματα και όπως απαιτούν οι ώριμοι Έλληνες πολίτες.
Η πρόταση της Κυβέρνησης κινείται σε άξονες, όπως η παιδεία, η προστασία του περιβάλλοντος, η ενίσχυση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, η διαφάνεια στο δημόσιο βίο.
Αλήθεια, αγαπητοί συνάδελφοι, ποιος μπορεί να αρνείται την αναθεώρηση του άρθρου 16 που προβλέπει την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και ειδικά, όταν ταυτόχρονα προβλέπεται η ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστημίου και η αντιμετώπιση της παραπαιδείας ή όταν βλέπουμε ότι επί χρόνια οι νέοι μας αναζητούν διέξοδο σε αμφιβόλου επιπέδου σχολές στο εσωτερικό ή ακόμα χειρότερα, αναγκάζονται να καταφεύγουν στο εξωτερικό, κάτι που συνεπάγεται «αιμορραγία» κεφαλαίου, αλλά και ανθρώπινου επιστημονικού δυναμικού;
Ποιος, αλήθεια, μπορεί να αρνείται την ίδρυση συνταγματικού δικαστηρίου, τα μέτρα ενίσχυσης της ανεξαρτησίας και της διαφάνειας στον πολιτικό βίο, την ίδρυση δασολογίου, ειδικά τώρα που η συζήτηση για το περιβάλλον είναι εξαιρετικά επίκαιρη;
Η Νέα Δημοκρατία, αγαπητοί συνάδελφοι, ήδη από το Δεκέμβρη του 2005 με υπευθυνότητα, με ρεαλισμό και χωρίς αιφνιδιασμούς, πρότεινε Συνταγματική Αναθεώρηση, ώστε να τεθούν οι βάσεις και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για τη συνέχιση των διαρθρωτικών αλλαγών σε οικονομία, δημόσια υγεία και κυρίως στα θέματα της καθημερινότητας, με έμφαση στην παιδεία και στις νέες γενιές.
Κατέθεσε, επίσης, συγκεκριμένες και σαφείς προτάσεις πάνω σε επτά κεντρικούς τομείς, με αιχμή αυτόν τον τομέα της παιδείας. Διότι είναι χρέος και υποχρέωσή μας ταυτόχρονα να δούμε εγκαίρως μπροστά και να σχεδιάσουμε το αύριο της χώρας και των μελλοντικών γενεών.
Το ίδιο, βέβαια, ισχύει και για τους άλλους άξονες της κυβερνητικής πρότασης, που αφορούν τη θωράκιση και την ενίσχυση της διαφάνειας στην πολιτική ζωή, καθώς επίσης και στη δικαιοσύνη, τη θωράκιση της δημοκρατίας και την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, την προστασία του περιβάλλοντος, τη βελτίωση της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, την εξυπηρέτηση και τη θωράκιση των δικαιωμάτων των πολιτών, την ενίσχυση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και μια σειρά άλλων θεσμικών αλλαγών.
Η Κυβέρνηση, λοιπόν, εγκαίρως και ανοικτά κατέθεσε την πρότασή της, έτσι ώστε η επόμενη Βουλή, αυτή δηλαδή η Βουλή στην οποία έχουμε την τιμή να συμμετέχουμε, να είναι Αναθεωρητική Βουλή, προσκαλώντας ταυτόχρονα σε μια τέτοια κορυφαία διαδικασία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος όλες τις πολιτικές δυνάμεις και όλη την κοινωνία, που στηρίζει την πρωτοβουλία μας, σε διάλογο και σε κατάθεση προτάσεων.
Και το έκανε με το βλέμμα στους θεσμούς και στο μέλλον της χώρας. Και ακολούθησε ένας μακρύς και εξαντλητικός διάλογος, μέσα από διάφορους διαύλους, τόσο στην κοινωνία, όσο και στη Βουλή.
Και αυτό το λέω, γιατί, αντίθετα με την υπεύθυνη στάση της Νέας Δημοκρατίας, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. για άλλη μια φορά απέδειξε πως πολιτεύεται με τρόπο κατώτερο των περιστάσεων και βάζοντας πάνω από το συλλογικό και εθνικό συμφέρον, το δικό του, το κομματικό συμφέρον.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. συμφώνησε στην ανάγκη Αναθεώρησης. Συμμετείχε, έστω και με διαφορετικές προσεγγίσεις, σε κάποια θέματα, αλλά και με σύμφωνη γνώμη για πολλά. Χαρακτηριστικά αναφέρω το άρθρο 16 και την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Ξαφνικά, όμως, άλλαξε ρότα. Άλλαξε πολιτική γραμμή. Άλλαξε στάση και προτίμησε την αποχώρηση.
Έτσι, σήμερα έχουμε αυτήν την κατάσταση που βλέπουμε στα έδρανα - άδεια έδρανα στο χώρο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης- θυμίζοντας την ιστορική ρήση ότι «όλοι είναι παρόντες πλην Λακεδαιμονίων» στο παρελθόν, πλην του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην περίπτωσή μας.
Τι συνέβη, όμως και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. διαφώνησε με τον ίδιο τον εαυτό του; Τι συνέβη και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. κρατάει αποστάσεις από τις θέσεις του, θέσεις που εξέφραζε δημόσια μέχρι πριν από λίγο ο ίδιος ο Αρχηγός του και μάλιστα -πρέπει να του το αναγνωρίσουμε αυτό- από πολύ νωρίς, από το 1996; Τι συνέβη και ο Γιώργος Παπανδρέου παίζει με τους θεσμούς και εμπαίζει τους πολίτες; Τι συνέβη και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. φάσκει και αντιφάσκει;
Η απάντηση, αγαπητοί συνάδελφοι, είναι απλή: Ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης δραπέτευσε από τη διαδικασία Αναθεώρησης του Συντάγματος, γιατί έτσι πιστεύει ότι δραπετεύει από τα εσωκομματικά του προβλήματα. Παίζει με τους θεσμούς και τη δημοκρατία, για να ρυθμίσει τις εσωκομματικές του ισορροπίες. Όμως, με αυτόν τον τρόπο αποδείχθηκε στην πράξη γιατί οι Έλληνες πολίτες δεν μπορούν να εμπιστευθούν το ΠΑ.ΣΟ.Κ., γιατί οι Έλληνες πολίτες δεν εμπιστεύονται το Γιώργο Παπανδρέου.
Γιατί, πώς να εμπιστευθείς ένα Κόμμα που αλλάζει την άποψή του για ένα τέτοιο κορυφαίο θεσμικό ζήτημα για εσωκομματικούς λόγους; Πώς να εμπιστευθείς ένα κόμμα που άλλα λέει σήμερα και άλλα αύριο και αλλάζει ή διστάζει να πει ακόμη και αυτές τις ελάχιστες θέσεις που έχει για τις σύγχρονες ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας;
Κανείς, όμως, δεν έχει κανένα δικαίωμα να καθυστερεί μια διαδικασία απαραίτητη, την οποία επιτακτικά ζητούν οι πολίτες, αλλά κυρίως επιτακτικά ζητεί το μέλλον της χώρας.
Η Νέα Δημοκρατία θα συνεχίσει τόσο τις μεταρρυθμίσεις όσο και τη διαδικασία Αναθεώρησης του Συντάγματος, θέτοντας όλους προ των ευθυνών τους.
Γιατί στο κάτω-κάτω, αυτό που είναι σημαντικότερο όλων είναι, όχι το πώς προσωρινά θα είμαστε αρεστοί στους πολίτες -αυτό άλλωστε είναι εύκολο και γινόταν κατά κόρον στο παρελθόν, αρκεί κάποιος να θυμηθεί τις κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που το μόνο που έκαναν τόσα χρόνια ήταν να χαϊδεύουν αυτιά χωρίς να ακουμπάνε τα προβλήματα- αλλά το πώς θα είμαστε χρήσιμοι στους πολίτες και θα είμαστε χρήσιμοι στον τόπο μας. Και αυτή είναι μία πολιτική που ευχαρίστως, τόσο εγώ, όσο και η πλειοψηφία του ελληνικού λαού, όπως άλλωστε αποδείχθηκε και από τις εκλογές της 16ης Σεπτεμβρίου του 2007, αλλά και από τις δημοσκοπήσεις που καθημερινά τρέχουν, ο ελληνικός λαός στήριξε και εξακολουθεί να στηρίζει. Και σ' αυτόν το δρόμο, στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων, στο δρόμο των αλλαγών που επιστέγασμα όλης αυτής της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας αποτελεί η Συνταγματική Αναθεώρηση, καλώ όλες τις πολιτικές δυνάμεις, ξεπερνώντας αν θέλετε και κάποια κομματικά δεδομένα και κάποια κομματικά στεγανά, να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να συναινέσουν για τις ευρύτερες δυνατές αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος, που έχει ανάγκη η χώρα μας.
Ευχαριστώ πολύ.